Skip to content

Βασίλειος Νικολαιδης , Άρχων Πρωτοψάλτης της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.

Έκτακτο πρόσωπο με την βαθιά ασκητικότητα και ταπεινότητά του.  Ένα πρόσωπο, από τα προνομιούχα εκείνα πρόσωπα, όπως είναι τα παιδιά, οι φτωχοί, οι ταπεινοί «τη καρδία», οι μικροί, όσοι βρίσκονται πλάγι στον ταπεινό Ιησού της Ναζαρέτ.

Ο αείμνηστος ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ ήξερε να συμφιλιώνεται με αυτά που χάνει και με τoν θάνατο που έρχεται, πράγμα που τον βοηθούσε να γνωρίσει και να προσεγγίσει τον Θεό.

Ο ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ήταν γνωστός στους ιεροψαλτικούς κύκλους της Πόλης με το χαϊδευτικό «ο Βασιλάκης», γεννήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 1915 στο Πικρίδιο (Χάσκιοϊ) της Πόλης, περιοχή στον Κεράτιο, απέναντι από το Φανάρι.

Γονείς του
: ο ονομαστός και καλλίφωνος πατήρ Καλλίνικος, εφημέριος στο Πέραν και η πρεσβυτέρα Σουλτάνα, το γένος Κωτόγλου.

Σπουδές
: Απόφοιτος του έτους 1934, της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής στο Φανάρι, και απόφοιτος αργότερα του έτους 1957 του Κρατικού Τουρκικού Ωδείου, όπου διακρίθηκε αριστούχος στην Κλασσική Τουρκική και Ευρωπαϊκή Μουσική.  Όμως η μεγαλύτερη σπουδή του Βασ. Νικολαΐδη ήταν το Πατριαρχικό Αναλόγιο.  Από μικρό παιδάκι ανέβηκε στο Αναλόγιο του Πατριαρχικού Ναού κοντά στον Ιάκωβο Ναυπλιώτη, έχοντας μέσα στην ψυχή του το ψαλμικό: «ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με» (Ψαλμ.68,10) και εκεί γνώρισε την επιστήμη του Αναλογίου δια ζώσης.  Αργότερα συνέχισε να μαθητεύει κοντά στον Κωνσταντίνο Πρίγγο. Ακόμη συναναστράφηκε και μαθήτευσε κοντά στον Θεοδόσιο Γεωργιάδη και Μιχαήλ Χατζηαθανασίου.  Έτσι παρέλαβε τα μυστικά της τέχνης από «πρώτο χέρι», από τους αμέσως προκατόχους του.

Στη συνέχεια διορίζεται και ψάλλει κατά σειράν σε διάφορους Ναούς της Πόλης, στην αγία Παρασκευή Πικριδίου (Χάσκιοϊ), γενέτειρά του, στον άγιο Κωνσταντίνο Πέραν, στον άγιο Γεώργιο Χρυσοκεράμου (Τσεγκέλκιοϊ), στον άγιο Ιωάννη των Χίων στο Γαλατά με δεξιό τον Πρίγγο, και στον άγιο Δημήτριο Ταταούλων (Κουρτουλούς), επίσης με δεξιό τον Πρίγγο και αργότερα ως δεξιός ο ίδιος.

Μετά την απέλαση του Άρχοντος Πρωτοψάλτου Θρασύβουλου Στανίτσα και τον αιφνίδιο θάνατο του Άρχοντος Λαμπαδαρίου Νικολάου Δανιηλίδη, καλείται «έξωθεν» αναγκαστικώς, ως ο καταλληλότερος, oκαλλιφωνότερος και ο συντηρητικότερος για να αναλάβει την θέση του Άρχοντος Πρωτοψάλτου, και κατά την 2αν Απριλίου του έτους 1966 στην ακολουθία του Εσπερινού των Βαΐων, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας ο Α’, τον χειροθετεί σε Άρχοντα Πρωτοψάλτη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.

Η «έξωθεν» αυτή πρόσληψη του Νικολαΐδη στον Πατριαρχικό Ναό δεν αλλοιώνει καθόλου την γνήσια παράδοση και την διαδοχή των Πρωτοψαλτών, εφ’ όσον ήδη παιδιόθεν μαθήτευσε κοντά στους προκατόχους του, όπως αναφέραμε, τον Ναυπλιώτη και τον Πρίγγο.  Αλλά, και όσες άλλες φορές σε έκτακτες περιπτώσεις προσελήφθησαν Πρωτοψάλτες ή Λαμπαδάριοι «έξωθεν» -περίπτωση Πρωτοψαλτών Σταυράκη Γρηγοριάδη (1866), Γεωργίου Βιολάκη (1876), και Λαμπαδαρίου Θρασύβουλου Στανίτσα (1939)- προσαρμόσθηκαν  υποχρεωτικώς στα Πατριαρχικά ψαλλόμενα, και μερικές φορές «ρυμουλκούντο από τους Δομεστίχους», όπως αναφέρει σε μελέτη του oΚαθηγητής Άγγελος Βουδούρης στην «Ορθοδοξία» το έτος 1937.  Μάλιστα.  Έτσι εγίνετο.  Αλλιώς δεν θα ήταν αποδεκτοί.  Ακόμη η προσαρμογή γίνεται όχι μόνο στα ψαλλόμενα, αλλά και στην όλη αυστηρή τοπική τάξη που επιβάλλεται ΜΕΣΑ στον Πατριαρχικό Ναό.

Ο αείμνηστος Νικολαιδης δίδαξε και διηύθυνε σε     πολλές εμφανίσεις την Μεγάλη Χορωδία του Συνδέσμου των Μοιισικοφίλων των Κωνσταντινουπολιτών, που καθόλου δεν διάφερε σε ποιότητα και σε στάθμη από εκείνες του Πρίγγου και του Στανίτσα.

Δίδαξε ακόμη ως Καθηγητής την Βυζαντινή Μουσική στη θεολογική Σχολή της Χάλκης από το σχολικό έτος 1957-1958 και εξής, διαδεχθείς τον προκάτοχο του Κωνσταντίνο Πρίγγο. Επίσης, επί 27 έτη ως Καθηγητής της Ευρωπαϊκής Μουσικής στα Γυμνάσια, της Πόλης, Μεγάλη του Γένους Σχολή και Ζωγράφειο, αναδείξας πλήθος μαθητών και θαυμαστών του. Ένας από τους μαθητές του, ο Παναγιώτης Κούτρας σε μια ραδιοφωνική εκπομπή του Λυκούργου Αγγελόπου­λου ανέφερε πολύ χαρακτηριστικά ότι: «του άρεσε πολύ του Διδασκάλου να συναναστρέφεται με τους φοιτητάς της θεολογικής Σχολής και προσπαθούσε είτε αστειευόμενος είτε οοβαρολογώντας να τους προσελκύσει προς την εκκλησία και το Αναλόγιο».

Πηγή:https://www.cmkon.org/

en_USEnglish